- εξαποδώ(ς)
- ο нечистый, нечистая сила
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
εξαποδώ(ς), ο — και οξαποδώ(ς), ο άκλ., διάβολος, σατανάς … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
εξαποδώ(ς) — και οξαποδώ(ς), ο (αποτρεπτικά κατ ευφημισμό και πάντ. με άρθρο) διάβολος, σατανάς, αυτός που είναι έξω από εδώ. [ΕΤΥΜΟΛ. < Σύνθ. εκ συναρπαγής από τη φράση έξω από δω] … Dictionary of Greek
έξω — και όξω (AM ἔξω) επίρρ. 1. (με ρ. κινήσεως ή στάσεως) στο εξωτερικό μέρος ενός χώρου («πήγαινε έξω», «βγήκε έξω») 2. (το ρ. εξυπακούεται) δηλώνει αίτημα για αποπομπή («έξω οι βάσεις», «καὶ ὁ μὲν ἡγεῑτο λέγων ἔξω χριστιανούς», Λουκιαν. Αλ.) 3. (σε … Dictionary of Greek
εδώ — (Μ ἐδῶ) επίρρ. 1. τοπ. σε αυτόν τον τόπο, σε αυτό το σημείο 2. χρον. τότε, αυτή τη στιγμή νεοελλ. 1. με τα μόρια μέχρι(ς), έως, ώς είτε επιτατ. για δήλωση ακριβούς καθορισμού είτε αοριστολ. για ηπιότερη έκφραση («ώς εδώ και μη παρέκει», «έλα ώς… … Dictionary of Greek
οξαποδώ — και οξαποδώς και οξαποδός, ο βλ. εξαποδώ(ς) … Dictionary of Greek
(ε)δώ — τοπ. επίρρ. 1. (για στάση και κίνηση) στο μέρος όπου βρισκόμαστε ή για το οποίο γίνεται λόγος: Έλα πιο εδώ. – Μένω εδώ τρία χρόνια. 2. (για καταστάσεις, γεγονότα, ενέργειες) αντί για τύπους της δεικτ. αντων. αυτός: Συμφωνήσαμε σε όλα, αλλά εδώ… … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)